Πατέρα, σαν χθες πέθανες.
Πριν δεκάδες χρόνια…
Είκοσι Ιουλίου της πικρής εκείνης εποχής.
Δεν πρόλαβα τότε να σου πω
«Στο καλό, Πατέρα, καλό ταξίδι…»
Δεν πρόλαβα ούτε και να σε φιλήσω.
Τίποτα δεν πρόλαβα να κάνω για σένα Πατέρα.
Δεν είχα προλάβει να μεγαλώσω.
Έστω και λίγο…
Ήμουν, βλέπεις, πεντέμισι μηνών…
Δεν ήξερα να μιλάω…
Δεν ήξερα να αποχαιρετώ…
Πατέρα, σαν χθες πέθανες…
Μα δεν πήγα στην εκκλησία,
Δεν άναψα ένα κερί…
Δεν πλήρωσα ένα παπά
για να σε «μελετήσει»…
Τίποτα δεν έκανα από αυτά Πατέρα…
Απλά, τα κρυφά, ακριβά μου δάκρια
τα κρέμασα σε μια μπουμπουκιασμένη
μοναχική αμυγδαλιά.
Κι εκείνη, Πατέρα, τα έκανε πικραμύγδαλα…
ΧΡΗΣΤΟΣ Β.Σ. ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κάτω Λουτρό